Ο τραπεζικός τομέας αποτελείται από τις εγχώριες τράπεζες, τις διεθνείς τράπεζες με υποκαταστήματα ή θυγατρικές εταιρείες και τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα. Εκτός από τις παραδοσιακές υπηρεσίες καταθέσεων και πιστωτικών διευκολύνσεων, οι τράπεζες προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα προϊόντων, όπως είναι υπηρεσίες ενοικιαγοράς, επενδυτικές υπηρεσίες (διαχείριση κεφαλαίων, παροχή επενδυτικών συμβουλών και χρηματιστηριακές υπηρεσίες), υπηρεσίες φάκτοριγκ, ηλεκτρονική και τηλεφωνική τραπεζική, υπηρεσίες ιδιωτικής τραπεζικής και άλλους τύπους ασφαλιστικών υπηρεσιών.
Οι εγχώριες και διεθνείς τράπεζες ελέγχονται και εποπτεύονται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ). Κατόπιν της συμφωνίας που επιτεύχθηκε για το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής μεταξύ της Κύπρου και της Τρόικα (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), από τον Σεπτέμβριο του 2013, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) ανέλαβε τον εποπτικό ρόλο και για τις διεργασίες των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων (ΣΠΙ).
Ως αποτέλεσμα της απόφασης του Eurogroup την 25η Μαρτίου 2013, το μέγεθος του τραπεζικού τομέα υπέστη σοβαρό πλήγμα και σημαντική συρρίκνωση. Η μεγαλύτερη τράπεζα τέθηκε άμεσα υπό τη διαδικασία αναδιάρθρωσης και ανακεφαλαιοποίησης, ενώ η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα «διασώθηκε εκ των έσω» (bail in) με ιδιωτικά κεφάλαια των πιστωτών και των ανασφάλιστων καταθετών. Αυτό περιλάμβανε τον διαχωρισμό της τράπεζας, σε “καλή” και “κακή” τράπεζα. Μετά την ολοκλήρωση της αύξησης κεφαλαίου της τράπεζας, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ανακοίνωσε στις 30 Ιουλίου 2013 ότι η μεγαλύτερη τράπεζα ολοκλήρωσε πλέον τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης.
Τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα τέθηκαν υπό σχέδιο αναδιάρθρωσης με κρατική ενίσχυση €1,5 δισ., ως μέρος του οικονομικού προγράμματος της Τρόικας. Τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα υποβλήθηκαν ταυτόχρονα σε διαδικασία συγχωνεύσεων, με τελικό αποτέλεσμα τη λειτουργία 18 συνεργατικών ιδρυμάτων το Μάρτιο του 2014 (από τα 93 ΣΠΙ που λειτουργούσαν το 2013).
Ως επακόλουθο του οικονομικού πακέτου διάσωσης της ΕΕ και του ΔΝΤ, η εμπιστοσύνη των καταθετών υπέστη τεράστιο πλήγμα και η ΚΤΚ αναγκάστηκε να επιβάλει μια σειρά από περιοριστικά μέτρα, προκειμένου να αποφευχθούν εκροές κεφαλαίων και να προστατευτεί ο εγχώριος τραπεζικός τομέας. Το αρχικό σχέδιο έκτακτης διάσωσης καθόριζε ημερήσιο όριο αναλήψεων €300 ανά άτομο από τις Αυτόματες Ταμειακές Μηχανές, την απαγόρευση εξαργυρώσεων επιταγών, καθώς και όριο στις διεθνείς μεταφορές/εμβάσματα ή πληρωμές άνω των €5.000. Οι περιορισμοί κεφαλαίων τερματίστηκαν σταδιακά και τελεσίδικα τον Απρίλιο του 2015.
Τον Μάρτιο του 2016, η Κυπριακή Δημοκρατία εξήλθε επίσημα από το Μνημόνιο με την Τρόικα, μετά από μια περίοδο τριών ετών. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Κύπρος έλαβε οικονομική βοήθεια ύψους -περίπου- €7,2 δισ. από τα συνολικά €10 δισ. που θα διατίθεντο αρχικά στο πλαίσιο της οικονομικής διάσωσης, το οποίο εξυπακούει χαμηλότερο δημόσιο χρέος για τη χώρα. Ωστόσο, βάσει των κανόνων της Ευρωζώνης, οι αξιολογήσεις θα συνεχίσουν να διενεργούνται κάθε έξι μήνες μέχρις ότου εξοφληθεί το 75% της οικονομικής ενίσχυσης που έλαβε το κράτος. Όσον αφορά το τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα, μια σειρά από σημαντικές μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη ολοκληρωθεί. Το μεγαλύτερο δε πρόβλημα που παραμένει είναι το ψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 50% του δανειακού χαρτοφυλακίου του συνόλου των τραπεζών, ή περισσότερο από το 150% του ΑΕΠ της χώρας.